Glossary entry (derived from question below)
English term or phrase:
garnishment
Greek translation:
κατάσχεση των (εις χείρας τρίτου) χρημάτων του οφειλέτη
Jul 2, 2009 09:54
14 yrs ago
27 viewers *
English term
garnishment
GBK
English to Greek
Law/Patents
Law (general)
Definition from
US Courts - District of Idaho:
A legal proceeding in which a debtor's money, in the possession of another (called the garnishee) is applied to the debts of the debtor, such as when an employer garnishes a debtor's wages.
Example sentences:
Creditors and your employers are required to follow certain rules about wage garnishment. You may be able to stop wage garnishment if you follow certain actions. Trying to reverse a wage garnishment is difficult, but not always impossible. (About.com)
In general, Social Security and SSI benefits are exempt from garnishment, attachment or other legal process, or from the operation of any bankruptcy or insolvency law. (ncpssm.org)
If you are receiving your garnishment support payment from an active duty military member, retired military member or a civilian, you may now have your payment sent by electronic fund transfer (EFT) to your financial institution. (Defense Finance and Accounting Service)
Proposed translations
(Greek)
5 +2 | κατάσχεση των (εις χείρας τρίτου) χρημάτων του οφειλέτη | Michail Kontogiorgos |
4 | κατάσχεση αμοιβών | Ioanna Karamanou |
Change log
Jul 1, 2009 23:57: changed "Kudoz queue" from "In queue" to "Public"
Jul 2, 2009 09:54: changed "Stage" from "Preparation" to "Submission"
Jul 5, 2009 10:54: changed "Stage" from "Submission" to "Selection"
Jul 22, 2009 18:54: changed "Stage" from "Selection" to "Completion"
Proposed translations
+2
1 day 27 mins
Selected
κατάσχεση των (εις χείρας τρίτου) χρημάτων του οφειλέτη
Σχετικά με την κατάσχεση στα χέρια τρίτου είναι τα άρθρα 982 επόμενα του (Ελληνικού) Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
Επίσης, στο Αγγλο-Ελληνικό Λεξικό Νομικών-Εμπορικών Όρων του Μιχαήλ Σ. Χιωτάκη (Εκδόσεις ΔΑΙΔΑΛΟΣ-Ι.Ζαχαρόπουλος) στο λήμα Garnishment αναφέρονται, επί λέξει, το εξής: Garnishment: δικαστική μεσεγγύηση, κατάσχεση εις χείρας τρίτου (πολ. δικ.) || attack the validity of garnishment, προσβάλλω το κύρος της κατασχέσεως υπό του τρίτου ||effects of garnishment, αποτελέσματα της κατασχέσεως εις χείρας τρίτου || exemtion from garnishment of money due for retirement and disability fund, ακατάσχετο συντάξεων και ασφαλιστικών παροχών || exemption of garnishment of moneys due from bill of lading, κατάσχεση φορτωτικής εις χείρας τρίτου || garnishment order, κατασχετήριο (κινητών εις χείρας τρίτου) || garnishment proccedings, διαδικασία δικαστικής μεσευγγυήσεως ή κατασχέσεως εις χείρας τρίτου || vacation of garnishment, ανακοπή κατά της κατασχέσεως εις χείρας τρίτου (vacation of attachment), ακύρωση κατασχέσεως. Επίσης, στο ίδιο Λεξικό, υπάρχει το λήμμα Garnishee: μεσεγγυούχος διορισθείς υπό του δικαστηρίου (ασφ. μέτρα) ή ο τρίτος καθ' ου η κατάσχεση ||garnishee's declaration of existance of movable property or money due, δήλωση τρίτου περί υπάρχξεως ή μη του κατασχεθέντος πράγματος ||garnishee's order, απόφαση τρίτου περί υπάρξεως ή μη του κατασχεθέντος πράγματος ή περί κατασχέσεως εις χείρας τρίτου (κινητών απαιτήσεων του οφειλέτη).
Επίσης, στο Αγγλο-Ελληνικό Λεξικό Νομικών-Εμπορικών Όρων του Μιχαήλ Σ. Χιωτάκη (Εκδόσεις ΔΑΙΔΑΛΟΣ-Ι.Ζαχαρόπουλος) στο λήμα Garnishment αναφέρονται, επί λέξει, το εξής: Garnishment: δικαστική μεσεγγύηση, κατάσχεση εις χείρας τρίτου (πολ. δικ.) || attack the validity of garnishment, προσβάλλω το κύρος της κατασχέσεως υπό του τρίτου ||effects of garnishment, αποτελέσματα της κατασχέσεως εις χείρας τρίτου || exemtion from garnishment of money due for retirement and disability fund, ακατάσχετο συντάξεων και ασφαλιστικών παροχών || exemption of garnishment of moneys due from bill of lading, κατάσχεση φορτωτικής εις χείρας τρίτου || garnishment order, κατασχετήριο (κινητών εις χείρας τρίτου) || garnishment proccedings, διαδικασία δικαστικής μεσευγγυήσεως ή κατασχέσεως εις χείρας τρίτου || vacation of garnishment, ανακοπή κατά της κατασχέσεως εις χείρας τρίτου (vacation of attachment), ακύρωση κατασχέσεως. Επίσης, στο ίδιο Λεξικό, υπάρχει το λήμμα Garnishee: μεσεγγυούχος διορισθείς υπό του δικαστηρίου (ασφ. μέτρα) ή ο τρίτος καθ' ου η κατάσχεση ||garnishee's declaration of existance of movable property or money due, δήλωση τρίτου περί υπάρχξεως ή μη του κατασχεθέντος πράγματος ||garnishee's order, απόφαση τρίτου περί υπάρξεως ή μη του κατασχεθέντος πράγματος ή περί κατασχέσεως εις χείρας τρίτου (κινητών απαιτήσεων του οφειλέτη).
Definition from
own experience or research:
Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας (Άρθρο 983): Η κατάσχεση στα χέρια τρίτου γίνεται με επίδοση στον τρίτο και σε εκείνον κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση εγγράφου που πρέπει να περιέχει, εκτός από τα στοιχεία του άρθρου 118, και α) ακριβή περιγραφή του εκτελεστού τίτλου και της απαίτησης βάσει των οποίων γίνεται η κατάσχεση, β) το ποσό για το οποίο επιβάλλεται η κατάσχεση, γ) επιταγή προς τον τρίτο να μην καταβάλει σε εκείνον κατά του οποίου γίνεται η εκτέλεση, δ) διορισμό αντικλήτου που κατοικεί στην περιφέρεια του ίδιου ειρηνοδικείου ή στην έδρα του πρωτοδικείου της κατοικίας του τρίτου, αν εκείνος υπέρ του οποίου γίνεται η εκτέλεση δεν κατοικεί στην περιφέρεια του ειρηνοδικείου της κατοικίας του τρίτου.
Example sentences:
Αντικείμενο των μέτρων αυτών είναι όλα γενικώς τα περιουσιακά στοιχεία τουοφειλέτη, είτε βρίσκονται εις χείρας του, είτε εις χείρας τρίτου, αρκεί να είναι μεταβιβαστά κατά τους κανόνες του ιδιωτικού δικαίου και να μην εξαιρούνται από το νόμο. Ειδικότερα αντικείμενα των μέτρων αυτών δύναται να είναι ακίνητα του οφειλέτη, κινητά τα οποία δεν θεωρούνται πχ ακατάσχετα, πλοία, αεροσκάφη, χερσαία μεταφορικά μέσα, τραπεζικές καταθέσεις και άυλες μετοχές. (Ευρωπαϊκή Επιτροπή)
Note from asker:
Michael, If you read under the question, it refers to a US.Court decision (Idaho Court) so we are speaking of a legal procedure in the USA. Because I am very familiar with such proceedings, I am very surprised at the terms used in the Chiotakis vocabulary in attempting to apply US Law terms onto a different legal system. There is a limit to the amount your wages can be garnished to cover child support or spousal support ot taxes to a maximum of 50%. ALso Social Security payments (Συνταξεις) can not be garnished. Wage garnishment is when an employer withholds part of a paycheck to satisfy a court order requiring you to repay a debt. Κατασχετηριο in US English is Writ of Seizure. Garnishment Order could refer to exactky the meaning discussed above....I would translate it as Παρακρατηση μισθου για καλυψη οφειλων....I hope I helped |
Peer comment(s):
agree |
Sophie Kalimeridis
4 days
|
agree |
Natalia Papasteriadou, LL.M
: Συμφωνώ απολύτως συνάδελφε, ενδεχομένως να το μετέφραζα "κατάσχεση χρημάτων εις χείρας τρίτων"
19 days
|
4 KudoZ points awarded for this answer.
3 hrs
κατάσχεση αμοιβών
Definition from
own experience or research:
Η φορολογικη αρχή μπορεί να προβεί σε κατάσχεση αμοιβών από εργασία για να καλυφτεί το οφειλόμενο χρέος.
Example sentences:
... ο δικαιούχος μπορεί να υποβάλει αίτηση για την δικαστική εκτέλεση της απόφασης, η οποία μπορεί να συνεπάγεται κατάσχεση αμοιβών από εργασία, ... (Ευρωπαϊκή Επιτροπή - ε)
Είναι αρμόδιος για ορισμένες υποθέσεις, όπως για παράδειγμα κατάσχεση αμοιβών από εργασία, συντάξεων και άλλων περιοδικών εσόδων, καθώς και για την κατανομή ... (Ευρωπαϊκή Επιτροπή - ε)
Δεν θα δώσουν τις συνηθισμένες προειδοποιήσεις και δεν θα πάνε στενό στο garnishment ή την κατάσχεση αμοιβών των προτερημάτων σας. ... (Ρολόι έξω! Το IRS έρχετα)
Discussion
So if garnishing is the same as attaching maybe you can find a better term in Greek other than κατασχεση which is not the correct meaning... maybe παρακρατηση μισθων? καταληψη (?) μισθων φυσικα δεν εννοω την ακριβη εννοια της καταληψης αλλα ουτε στα Αγγλικα εννοειτε η ακριβης εννοια της λεξης garnish or attach...I hope I helped ..