A new ProZ.com translation contests interface is currently in development, and a preview contest is underway. Click here to visit the new interface »

Previous ProZ.com translation contests

English » Greek - 2 finalists


Sandhu, Sukhdev 343 words
Winters used to be cold in England. We, my parents especially, spent them watching the wrestling. The wrestling they watched on their black-and-white television sets on Saturday afternoons represented a brief intrusion of life and colour in their otherwise monochrome lives. Their work overalls were faded, the sofa cover—unchanged for years—was faded, their memories of the people they had been before coming to England were fading too. My parents, their whole generation, treadmilled away the best years of their lives toiling in factories for shoddy paypackets. A life of drudgery, of deformed spines, of chronic arthritis, of severed hands. They bit their lips and put up with the pain. They had no option but to. In their minds they tried to switch off—to ignore the slights of co-workers, not to bridle against the glib cackling of foremen, and, in the case of Indian women, not to fret when they were slapped about by their husbands. Put up with the pain, they told themselves, deal with the pain—the shooting pains up the arms, the corroded hip joints, the back seizures from leaning over sewing machines for too many years, the callused knuckles from handwashing clothes, the rheumy knees from scrubbing the kitchen floor with their husbands' used underpants.

When my parents sat down to watch the wrestling on Saturday afternoons, milky cardamon tea in hand, they wanted to be enter­tained, they wanted a laugh. But they also wanted the good guy, just for once, to triumph over the bad guy. They wanted the swaggering, braying bully to get his come-uppance. They prayed for the nice guy, lying there on the canvas, trapped in a double-finger interlock or clutching his kidneys in agony, not to submit. If only he could hold out just a bit longer, bear the pain, last the course. If only he did these things, chances were, wrestling being what it was, that he would triumph. It was only a qualified victory, however. You'd see the winner, exhausted, barely able to wave to the crowd. The triumph was mainly one of survival.







Entry #1 - Points:
daira
daira
Greece
Οι χειμώνες στην Αγγλία ήταν κρύοι. Η οικογένειά μου, και ειδικά οι γονείς μου, τους πέρναγαν παρακολουθώντας πάλη. Η πάλη που έβλεπαν στην ασπρόμαυρη τηλεόρασή τους τα απογεύματα του Σαββάτου, ήταν σαν μία σύντομη εισβολή ζωντάνιας και χρώματος στη ζωή τους, που ήταν τελείως μονόχρωμη κατά τα άλλα. Οι φόρμες που φορούσαν στη δουλειά είχαν ξεθωριάσει, το κάλυμμα του καναπέ – που είχε χρόνια να αλλαχτεί – είχε ξεθωριάσει, ακόμα και οι αναμνήσεις από την ύπαρξή τους πριν έρθουν στην Αγγλία ξεθώριαζαν και αυτές. Οι γονείς μου, ολόκληρη η γενιά τους, ξόδεψαν τα καλύτερα χρόνια της ζωής τους μοχθώντας σε μονότονες δουλειές για πενταροδεκάρες που πλήρωναν τα εργοστάσια. Μια ζωή χαμαλίκι, παραμορφωμένη σπονδυλική στήλη, χρόνια αρθρίτιδα, πληγωμένα χέρια. Δάγκωναν τα χείλη τους και υπέμεναν τον πόνο. Δεν είχαν άλλη επιλογή. Μέσα τους προσπαθούσαν να γυρίζουν τον διακόπτη στο off – να κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν τις προσβολές από τους άλλους εργάτες, να μην εξοργίζονται από τα χαχανητά του αρχιεργάτη, και, στην περίπτωση των γυναικών από την Ινδία, να μην θυμώνουν όταν τις χτυπούσαν οι άντρες τους. Βάστα τον πόνο, έλεγαν μέσα τους, βγάλ’ τα πέρα με τον πόνο, με τις μαχαιριές στα μπράτσα, τις φθαρμένες αρθρώσεις των ισχίων, την πλάτη που πιανόταν μετά από τόσο πολλά χρόνια σκύψιμο πάνω στις ραπτομηχανές, τους κάλλους στα χέρια από τις μπουγάδες, τους ρευματισμούς στα γόνατα από το τρίψιμο του πατώματος της κουζίνας με τα παλιά σώβρακα των συζύγων τους.

Όταν οι γονείς μου κάθονταν να παρακολουθήσουν την πάλη τα σαββατιάτικα απογεύματα κρατώντας στο χέρι το ρόφημά τους από κάρδαμο με μπόλικο γάλα, ήθελαν να διασκεδάσουν, να γελάσουν. Όμως ήθελαν παράλληλα να δουν και μια φορά το καλό παιδί να νικάει τον κακό. Ήθελαν να δουν τον κορδωτό, φωνακλά τραμπούκο να τρώει της χρονιάς του. Προσεύχονταν να μην τα παρατήσει ο καλός, ενώ αυτός ήταν πεσμένος στο καναβάτσο, ακινητοποιημένος από μία λαβή του αντιπάλου ή σφάδαζε από τους πόνους κρατώντας τα νεφρά του. Αχ, ας κατάφερνε να κρατηθεί λιγάκι ακόμα, να αντέξει τον πόνο, να τα βγάλει πέρα! Αν κατάφερνε να τα κάνει όλα αυτά, δεν ήταν απίθανο να βγει νικητής. Τα είχε αυτά η πάλη. Ωστόσο, η νίκη ήταν στ’ αλήθεια κάτι το σχετικό. Έβλεπες το νικητή, εξαντλημένο, να χαιρετάει το πλήθος με όση δύναμη του απέμενε. Ο θρίαμβος ήταν κυρίως θρίαμβος επιβίωσης.





Entry #2 - Points:
cyberlina (X)
cyberlina (X)
Greece
Οι χειμώνες ήταν κρύοι στην Αγγλία. Εμείς, ιδιαίτερα οι γονείς μου, τους περνούσαμε βλέποντας πάλη. Η πάλη που παρακολουθούσαν στις ασπρόμαυρες τηλεοράσεις τους τα απογεύματα του Σαββάτου αντιπροσώπευαν μια σύντομη εισβολή ζωής και χρώματος στις κατά τ’άλλα μονόχρωμες ζωές τους. Η φόρμα εργασίας τους ήταν ξεθωριασμένη, το κάλυμμα του καναπέ – αμετάβλητο για χρόνια – ήταν ξεθωριασμένο, οι αναμνήσεις των ανθρώπων που υπήρξαν πριν έλθουν στην Αγγλία ξεθώριαζαν επίσης. Οι γονείς μου, όλη η γενιά τους, απόκαμαν πάνω στα καλύτερα χρόνια της ζωής τους μοχθώντας σε εργοστάσια για χάλια απολαβές. Μια ζωή ταλαιπωρίας, με παραμορφωμένες σπονδυλικές στήλες, με χρόνιες αρθρίτιδες, με κομμένα χέρια. Δάγκωναν τα χείλη τους και ανέχονταν τον πόνο. Δεν είχαν άλλη επιλογή. Προσπαθούσαν να αναστείλλουν την συνείδησή τους – για να αγνοήσουν την καταφρόνηση των συναδέλφων τους, να μην αντιδράσουν στα κοροϊδευτικά χαχανητά των επιστατών, και, στην περίπτωση των Ινδών γυναικών, να μην δυσφορούν όταν τις χτυπούσαν οι άντρες τους. Ανέξου τον πόνο, λέγανε στους εαυτούς τους, χειρίσου τον πόνο – τις σουβλιές πόνου στα μπράτσα, τις φθαρμένες αρθρώσεις των γοφών, τα πιασίματα της πλάτης από το σκύψιμο πάνω σε ραπτομηχανές για υπερβολικά πολλά χρόνια, τα ροζιασμένα χέρια από το πλύσιμο ρούχων, τα ρευματικά γόνατα από το τρίψιμο του πατώματος της κουζίνας με τα χρησιμοποιημένα εσώρουχα των αντρών τους.

Όταν οι γονείς μου κάθονταν να δούνε την πάλη τα απογεύματα του Σαββάτου, με το τσάι κάρδαμο με γάλα στο χέρι, θέλανε να διασκεδάσουν, θέλανε να γελάσουν. Αλλά θέλαν επίσης να θριαμβεύσει, έστω και για μία φορά, ο καλός του κακού. Θέλανε ο κομπασμένος, φωνακλάς νταής να πάρει αυτό που του αξίζει. Προσεύχονταν για τον καλό άνθρωπο, όπως ήταν ξαπλωμένος στον καμβά, παγιδευμένος σε ένα διπλοδάχτυλο κλείδωμα ή σφίγγοντας τα νεφρά του σε αφόρητο πόνο, να μην υποκύψει. Αν μόνο μπορούσε να κρατήσει λίγο ακόμα, να αντέξει τον πόνο, να αντέξει τον γύρο. Αν μόνο τα έκανε αυτά, τότε ίσως, εφόσον επρόκειτο για πάλη, να θριαμβεύσει. Ήταν όμως μόνο μία περιορισμένη νίκη. Θα έβλεπες τον νικητή εξοντωμένο, σχεδόν ανήμπορο να χαιρετήσει το πλήθος. Ο θρίαμβος ήταν κυρίως αυτός της επιβίωσης.



« return to the contest overview



Translation contests
A fun way to take a break from your normal routine and test - and hone - your skills with colleagues.